Η Ελιά
Η ιστορία της ελιάς, ξεκινά πριν 7000 χρόνια
Η ελιά, το κατεξοχήν ελληνικό φυτό, σύμβολο των Ολυμπιακών Αγώνων και της θεάς Αθηνάς, είναι γνωστό ότι ευδοκιμεί στην χώρα μας ανέκαθεν λόγω του εύκρατου κλίματος της. Εκείνο όμως που δεν είναι γνωστό για αυτό το δέντρο είναι ότι υπάρχουν και ποικιλίες του που παρουσιάζουν εξαιρετική αντοχή στο κρύο, χωρίς να επηρεάζονται από την πρωινή πάχνη που καταστρέφει τα νεαρά κλαδιά τους και αναστέλλει την ανάπτυξη του φυτού. Κατ’επέκτασιν οι ποικιλίες αυτές μπορούν να αναπτύσσονται και να καρπίσουν και σε φτωχότερα εδάφη και δυσκολότερα κλίματα καθώς ακόμα μπορούν να τοποθετηθούν και σε κάποιο υψόμετρο.
Κύριο μέλημα και φιλοσοφία του ελαιοτριβείου μας είναι η προώθηση των τοπικών ποικιλιών του Νομού Σερρων : της πετροελιάς, της λευκοελιάς και της αρβανιτοελιάς. Τρεις ποικιλίες κατάλληλες στο μικροκλίμα της ευρύτερης περιοχής , ανθεκτικές στον παγετό και με πολύ καλά χαρακτηριστικά και αποδόσεις ελαιόλαδου.
ΛΕΥΚΟΕΛΙΑ ΣΕΡΡΩΝ
Συνώνυμα: Πετρολιά, Ασπρολιά
Ποικιλία μεσόκαρπη (μέσου μεγέθους), διπλής χρήσης δηλαδή και για παραγωγή ελαιόλαδου και για παραγωγή επιτραπέζιων-βρώσιμων, πράσινων ελαιών. Μολονότι δεν γνωρίζουμε πότε γίνεται η πρώτη αναφορά στην ποικιλία, μπορεί να αναφερθεί ότι το 1995, δεν περιλαμβάνεται στον «Εθνικό Κατάλογο Ποικιλιών Δενδρωδών Καλλιεργειών» που εξέδωσε το «Ινστιτούτο Ελέγχου Ποικιλιών Καλλιεργούμενων Φυτών Σίνδου» του Υπουργείου Γεωργίας. Αντίθετα δηλώνεται από το Ινστιτούτο Υποτροπικών Φυτών και Ελαίας Χανίων Κρήτης στην καταγραφή των ελληνικών ποικιλιών ελιάς στο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα RESGEN με κωδικό ποικιλίας GRECHA CHA000237 και λατινική ονομασία LEFKOLIA SERRON.
Έκτοτε, αναφέρεται από διάφορους συγγραφείς, η πρώτη όμως λεπτομερής περιγραφή της γίνεται στο βιβλίο του Γ.Δ. Κωστελένου (2011).
Καλλιεργείται γύρω από την πόλη των Σερρών, στον Ελαιώνα, στο Μετόχι και την Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, την ονομασία της πήρε από το πετρώδες έδαφος που ήταν φυτεμένες.
Τα τελευταία χρόνια η καλλιέργεια της επεκτείνεται σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα, στη Θεσσαλία και γενικά σε περιοχές με μεγάλο υψόμετρο ή/και παγετόπληκτες. Θεωρείται ποικιλία παραγωγική(15-25%) , πολύ ανθεκτική στο ψύχος χωρίς να επηρεάζεται από την πρωινή πάχνη που καταστρέφει τη νεαρή βλάστηση και αναστέλλει την ανάπτυξη των φυτών.
Θεωρείται πολύ ανθεκτική και στη χιονόπτωση καθώς είναι κρεμοκλαδής και τα κλαδιά της εμφανίζουν χαρακτηριστική ευλυγισία σε σχέση με άλλες ποικιλίες, οπότε κρατούν το βάρος του χιονιού για αρκετό χρονικό διάστημα χωρίς να σπάζουν και επανέρχονται στην αρχική τους θέση μετά το πέρας της κακοκαιρίας. Είναι ανθεκτική στην εδαφική αλατότητα, μέτρια ανθεκτική στο κυκλοκόνιο και τον καρκίνο αλλά πολύ ευαίσθητη (οι καρποί) στο δάκο και τον μύκητα.
Όπως κάθε ποικιλία ανθεκτική στο ψύχος, πιθανά η ποικιλία να έχει μεγάλες ανάγκες σε ώρες χαμηλών θερμοκρασιών (στους 10-13ο C ή και χαμηλότερα) προκειμένου να σχηματίσει τους ανθοφόρους οφθαλμούς της και να υπάρξει επαρκής καρποφορία. Οι καρποί της ποικιλίας είναι στρογγυλοί-ωοειδείς, χωρίς θηλή και κατά την ωρίμανσή τους διατηρούν μέχρι πολύ αργά το αγουρολευκοπράσινο χρώμα τους, με αποτέλεσμα και το όνομά της ποικιλίας. Το βάρος τους κυμαίνεται από 3-7 gr. Αναφέρεται ότι οι καρποί είναι έτοιμοι για συγκομιδή ελαιοποίησης Νοέμβριο με Δεκέμβριο. Βέβαια, κάθε χρόνο, η ακριβής ημερομηνία συγκομιδής θα πρέπει να καθορίζεται και από το μικροκλίμα του κάθε κτήματος και τις ιδιαίτερες καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στην περιοχή το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Ευχής έργο για την περιοχή μας είναι να προωθηθούν οι τοπικές ποικιλίες ούτως ώστε να αναδειχθούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελαιολάδου των ποικιλιών αυτών.
Διαβάστε περισσότερα
Η ιστορία μας
Η οικογένεια Αρβανιτίδη ξεκίνησε την επιχειρηματική της δραστηριότητα το 1955 στο χώρο των κυλινδρόμιλων και της παραγωγής ψωμιού.